Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2013 δόθηκε στη δημοσιότητα το πρώτο μέρος της 5ης αναφοράς της Διακυβερνητικής Ομάδας για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) του ΟΗΕ στο οποίο αναφερόταν ότι από το 1998 ως το 2012 ο ρυθμός ανόδου της θερμοκρασίας του πλανήτη μειώθηκε στο μισό σε σχέση με το ρυθμό ανόδου της θερμοκρασίας της περιόδου 1951- 1997.Η μείωση αυτή προσέλκυσε το ενδιαφέρον ΜΜΕ και πολιτικών στις ΗΠΑ και αλλού και χρησιμοποιήθηκε ως επιχείρημα από όσους πιστεύουν ότι η κλιματική αλλαγή είτε δεν είναι υπαρκτή είτε οφείλεται σε φυσικούς παράγοντες. Οι εκατοντάδες επιστήμονες που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνέβαλαν στη σύνταξη της 5ης αναφοράς της IPCC θεωρούν ότι η επιβράδυνση του ρυθμού υπερθέρμανσης του πλανήτη είναι παροδικό φαινόμενο και οφείλεται στις φυσικές διακυμάνσεις του κλίματος, την αύξηση της ηφαιστειακής δραστηριότητας και την περιοδική εξασθένηση της ηλιακής ακτινοβολίας.
Αναφορικά με τη φυσική ή εσωτερική μεταβλητότητα του κλιματικού συστήματος της Γης διευκρινίζεται ότι στην εξέλιξή του μπορούν να προκύψουν χάσματα (κενά) 10 - 15 ετών ως εκδήλωση της εσωτερικής δεκαετούς μεταβλητότητάς του. Τα χάσματα αυτά ορισμένες φορές ενισχύουν και ορισμένες φορές εξασθενούν ή και εξουδετερώνουν τη μακράς κλίμακας εξωτερική εξαναγκαστική τάση. Έτσι, ένα μέρος της ελάττωσης του ρυθμού θέρμανσης της Γης στο διάστημα 1998-2012 είναι πιθανό να οφείλεται στην εσωτερική μεταβλητότητα του συστήματος.
Geophysical Research Letters την 1η Μαρτίου 2013 αναφέρουν ότι οι μετά το έτος 2000 παρατηρούμενες αυξήσεις στα θειικά αερολύματα της στρατόσφαιρας που προκλήθηκαν από ηφαιστειακές εκρήξεις έχουν αντισταθμίσει το 25% της ανθρωπογενούς υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Είναι από όλους αποδεκτό ότι ακόμα και οι παραμικρές αλλαγές στα ποσά της ηλιακής ακτινοβολίας που φθάνουν στη Γη επηρεάζουν το κλίμα της. Τα τελευταία χρόνια, παρά την μείωση του ρυθμού θέρμανσης του πλανήτη, παρατηρείται άνοδος της θερμοκρασίας του κατά τη διάρκεια του χαμηλότερου καταγεγραμμένου ηλιακού ελαχίστου (μικρός αριθμός ηλιακών κηλίδων), δηλαδή όταν η ενέργεια που φθάνει από τον ήλιο στη Γη είναι η ελάχιστη. Βλέποντας στο παρακάτω σχήμα τη δραματική μείωση της ηλιακής δραστηριότητα την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, ποιος μπορεί να την αποκλείσει ως μία από τις αιτίες της επιβράδυνσης της κλιματικής αλλαγής;
Οι κλιματολόγοι της IPCC δεν είναι απόλυτοι στην εξήγηση του φαινομένου της ελάττωσης του ρυθμού υπερθέρμανσης του πλανήτη των τελευταίων χρόνων, αλλά είναι πιο βέβαιοι από ποτέ ότι η άνοδος της θερμοκρασίας της Γης οφείλεται στην αύξηση της συγκέντρωσης των αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, στην οποία συντελεί τα μέγιστα η καύση των ορυκτών καυσίμων. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν, οι πιθανότητες η παρούσα κλιματική αλλαγή να έχει ανθρωπογενή αίτια φθάνουν στο 95%, ποσοστό που είναι υψηλότερο κατά 5% από εκείνο που είχε εκτιμηθεί το 2007 και κατά 39% από το ποσοστό που είχε εκτιμηθεί το 2001. Σε ότι αφορά το διοξείδιο του άνθρακα, οι ειδικοί της IPCC είναι ξεκάθαροι: τα σημερινά επίπεδα της συγκέντρωσής του στην ατμόσφαιρα είναι τα υψηλότερα που έχει γνωρίσει ο πλανήτης εδώ και τουλάχιστον 800.000 χρόνια και η κατά 40% αύξησή του από τα προβιομηχανικά επίπεδα οφείλεται κατά κύριο λόγο στην καύση των ορυκτών καυσίμων και δευτερευόντως στις αλλαγές χρήσης γης.
Για την επιστημονική κοινότητα ο μεγάλος άγνωστος των επόμενων δεκαετιών είναι οι συγκεντρώσεις των αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα οι οποίες εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες. Στην 5η αναφορά της η IPCC υιοθετεί τέσσερις αντιπροσωπευτικές πορείες (μονοπάτια) για τις μελλοντικές συγκεντρώσεις των θερμοκηπικών αερίων (Representative Concentration Pathwayws-RCPs). Οι πορείες αυτές, που χρησιμοποιούνται στα κλιματικά μοντέλα και την έρευνα και κωδικοποιούνται ως RCP8.5, RCP6.0, RCP4.5 και RCP2.6, μπορούμε να πούμε ότι περιγράφουν τέσσερα πιθανά κλιματικά συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης. Οι αριθμοί 8.5, 6.0, 4.5 και 2.6 εκφράζουν W/m2 και καλύπτουν το φάσμα των πιθανών τιμών του λεγόμενου κλιματικού εξαναγκασμού λόγω μεταβολής της ακτινοβολίας (radiative forcing) στο τέλος του παρόντα αιώνα. Όσα προαναφέρθηκαν τα χρειαζόμαστε για να διαβάσουμε σωστά το σχήμα που ακολουθεί στο οποίο η IPCC προβλέπει την πορεία της θερμοκρασίας της Γης ως το 2100.
Οι αβεβαιότητες που αποτυπώνονται στο συγκεκριμένο σχήμα με τα χρώματα πορτοκαλί, μπλε και πράσινο, απορρέουν αντίστοιχα από την εσωτερική (φυσική) μεταβλητότητα του κλιματικού συστήματος, τις αποκλίσεις των μοντέλων και, το σημαντικότερο, από τις μεγάλες διαφορές στα σενάρια συγκέντρωσης των θερμοκηπικών αερίων (RCPs).
Στα όσα ακολουθούν θα δούμε ορισμένα στοιχεία αναφορικά με την παρούσα κατάσταση και την εξέλιξη των βασικών συνιστωσών του κλιματικού συστήματος της Γης.
-Η θέρμανση και η οξίνιση των ωκεανών
Από την ενέργεια που συσσωρεύτηκε στον πλανήτη στο χρονικό διάστημα 1971-2010 ποσοστό μεγαλύτερο από το 90% αποθηκεύτηκε στους ωκεανούς με αποτέλεσμα τη θέρμανσή τους. Κατά την IPCC η θέρμανση του ανώτερου στρώματος των ωκεανών ( 0-700 μέτρα) είναι δεδομένη και τις επόμενες δεκαετίες η θέρμανση βαθμιαία θα επεκταθεί σε μεγαλύτερα βάθη. Επισημαίνεται ότι ως τώρα οι ωκεανοί έχουν απορροφήσει ποσοστό περίπου 30% των ανθρωπογενών εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, αλλά η συγκεκριμένη δυνατότητά τους μειώνεται με την αύξηση της θερμοκρασίας τους. Είναι γεγονός ότι οι ωκεανοί, απορροφώντας διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα, δίνουν μικρή ανάσα στην ομαλή λειτουργία του κλιματικού συστήματος της Γης, αλλά αυτό δεν γίνεται χωρίς τίμημα. Το απορροφούμενο διοξείδιο του άνθρακα αυξάνει την οξύτητα των επιφανειακών νερών τους (οξίνιση των ωκεανών) με καταστροφικές συνέπειες για τους εύθραυστους θαλάσσιους οργανισμούς, όπως είναι το πλαγκτό και τα όστρακα.
-Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας
Ο ρυθμός ανόδου της στάθμης της θάλασσας από τα μέσα του 19ου αιώνα ως τις μέρες μας είναι μεγαλύτερος από τη μέση τιμή των προηγούμενων δύο χιλιετιών. Με βάση τις τελευταίες εκτιμήσεις, την περίοδο 1901-2010 η παγκόσμια μέση στάθμη της θάλασσας αυξήθηκε κατά 19 εκατοστά. Στην 4η αναφορά της IPCC (2007) υπήρχε η εκτίμηση ότι η στάθμη της θάλασσας θα ανέβει προς το τέλος του τρέχοντος αιώνα κατά 20 με 60 εκατοστά με σχετικά μεγάλη αβεβαιότητα ως προς το τελικό αποτέλεσμα. Σήμερα οι εκτιμήσεις έχουν αναθεωρηθεί προς τα πάνω και θεωρείται πολύ πιθανό η άνοδος της στάθμης της θάλασσας στα τέλη του αιώνα να αυξηθεί κατά 26 με 82 εκατοστά με καταστροφικές συνέπειες για τις παράκτιες περιοχές.
Από το 1951 ως σήμερα έχει μειωθεί ο αριθμός των κρύων ημερών και νυχτών και έχει αυξηθεί ο αριθμός των ζεστών ημερών και νυχτών σε παγκόσμια κλίμακα. Ταυτόχρονα, σε μεγάλα τμήματα της Ευρώπης, της Ασίας και της Αυστραλίας φαίνεται να έχει αυξηθεί η συχνότητα εμφάνισης θερμών κυμάτων. Με βάση τις εκτιμήσεις της IPCC, που βασίζονται σε μεγάλο αριθμό κλιματικών μοντέλων, η θερμοκρασία του αέρα στην επιφάνεια του Γης ως το 2100 θα αυξηθεί από 0,3 βαθμούς Κελσίου (σενάριο RCP2.6) ως 4,8 βαθμούς Κελσίου (σενάριο RCP8.5) σε σχέση με τη μέση θερμοκρασία του πλανήτη της περιόδου 1986-2005. Σε ότι αφορά τη λεγόμενη κλιματική ευαισθησία, δηλαδή το πόσο θα ανέβει η θερμοκρασία του πλανήτη με το διπλασιασμό της συγκέντρωσης του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, η 5η αναφορά του IPCC (2013) είναι λίγο πιο αισιόδοξη από την προηγούμενη αναφορά (2007). Ωστόσο, πολλοί κλιματολόγοι πιστεύουν ότι η κλιματική ευαισθησία ουσιαστικά παραμένει άγνωστη και ότι δεν αποκλείεται να ξεπεράσει το όριο των 2ο C το οποίο ορισμένοι θεωρούν ως τη μέγιστη αποδεκτή άνοδο της θερμοκρασίας για τον παρόντα αιώνα.
-Αλλαγές στον υδρολογικό κύκλο
Ο υδρολογικός κύκλος περιγράφει τη συνεχή κίνηση του νερού δια μέσου του κλιματικού συστήματος στις τρεις μορφές του (υγρή, στερεά και αέρια) και την αποθήκευσή του στους ωκεανούς, την κρυόσφαιρα, την επιφάνεια του εδάφους και την ατμόσφαιρα της Γης. Επειδή η τάση των κορεσμένων υδρατμών του αέρα αυξάνεται με την αύξηση της θερμοκρασίας, η ποσότητα των υδρατμών που αιωρούνται στον αέρα έχει αυξηθεί. Τα τελευταία χρόνια το ποσοστό της αύξησης ανέρχεται περίπου στο 3,5 % και είναι συνεπές με την αύξηση της θερμοκρασίας κατά 0,5οC. Πάντως, η σχετική υγρασία παρέμεινε περίπου σταθερή.
- Αύξηση της συχνότητας εμφάνισης ακραίων καιρικών φαινομένων
Οι ειδικοί της IPCC συνδέουν την άνοδο της θερμοκρασίας της Γης με την αύξηση της συχνότητας εμφάνισης ακραίων καιρικών φαινομένων στον πλανήτη, παρόλο που κατά τη γνώμη τους ορισμένα σημεία στην υπόθεση αυτή δεν είναι εντελώς ξεκάθαρα. Εκτιμούν ακόμα ότι τα κύματα καύσωνα είναι πιθανό να είναι συχνότερα και να διαρκούν περισσότερο και ότι στις περιοχές που σήμερα είναι υγρές θα πέσουν περισσότερες βροχές ενώ στις ξηρές περιοχές θα πέσουν λιγότερες βροχές. Σε κάθε περίπτωση, γίνεται η επισήμανση ότι οι παραπάνω αλλαγές δεν θα είναι ομοιόμορφες και ότι στον κανόνα θα υπάρχουν εξαιρέσεις. Ειδικότερα σε ότι αφορά τις περιοχές Ευρώπης-Μεσογείου, υπάρχει η πρόγνωση ότι μακροπρόθεσμα (προς το τέλος του αιώνα) θα αυξηθεί η ένταση του υετού που προέρχεται από τις μετωπικές υφέσεις και ότι στην ανατολική Μεσόγειο αναμένεται μείωση της συχνότητας εμφάνισης υετού από αυτές τις ατμοσφαιρικές διαταραχές. Αυτό σημαίνει ότι ο αριθμός των υφέσεων που θα περνούν από την ανατολική Μεσόγειο θα ελαττωθεί, αλλά όταν οι υφέσεις θα διέρχονται από την περιοχή, θα προκαλούν βροχές μεγαλύτερης έντασης από ότι σήμερα.
- Απότομες κλιματικές αλλαγές
Η Διακυβερνητική Ομάδα για την Κλιματική Αλλαγή ορίζει την απότομη κλιματική αλλαγή ως μια μεγάλης κλίμακας αλλαγή στο κλιματικό σύστημα του πλανήτη η οποία λαμβάνει χώρα σε λίγες δεκαετίες ή λιγότερο, εξακολουθεί να υπάρχει για τουλάχιστον κάποιες δεκαετίες και προκαλεί σημαντικές διαταραχές στα ανθρώπινα και φυσικά συστήματα. Έχουν γραφεί πολλά για τις πιθανές συνέπειες μιας απότομης αλλαγής σε μία ή περισσότερες συνιστώσες του κλίματος, αλλά κατά την IPCC υπάρχει χαμηλή εμπιστοσύνη και μικρή συναίνεση σχετικά με την πιθανότητα τέτοιων γεγονότων κατά τη διάρκεια του 21ου αιώνα. Παραδείγματα κλιματικών συνιστωσών ευπαθών σε απότομες αλλαγές είναι η ισχύς της Μεσημβρινής Θερμοαλατικής Κυκλοφορίας του Ατλαντικού (Atlantic Meridional Overturning Circulation -AMOC), η απελευθέρωση του έγκλειστου στην παγωμένη ξηρά και τα βάθη των ωκεανών μεθανίου, ο μαρασμός των τροπικών ή αρκτικών δασών, η εξαφάνιση των καλοκαιρινών πάγων της Αρκτικής, η μακράς διάρκειας ξηρασία και η κυκλοφορία των μουσώνων.
Ορισμένοι επιστήμονες δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο απότομων κλιματικών αλλαγών ακόμα και στο δεύτερο μισό του τρέχοντος αιώνα. Φοβούνται ότι με 28 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα να απελευθερώνονται κάθε χρόνο στην ατμόσφαιρα, οι αλλαγές στις συνιστώσες του κλιματικού συστήματος της Γης δεν θα είναι ομαλές, όπως προβλέπουν τα μοντέλα. Ο Τζέιμς Λόβλοκ, ένας από τους πλέον γνωστούς φυσικούς φιλοσόφους της εποχής μας, λέει ότι «ξαφνικές αλλαγές και εκπλήξεις είναι περισσότερο πιθανές». Πολλοί θεωρούν ότι η πιθανότητα να συμβεί μια απότομη κλιματική αλλαγή είναι μικρή, αλλά ο γεωχημικός του Χάρβαρντ Νταν Σραγκ τοποθετεί το ζήτημα λίγο διαφορετικά λέγοντας ότι «είναι λάθος να μιλάμε για μεγάλης επίδρασης-μικρής πιθανότητας γεγονότα. Πρέπει να λέμε για μεγάλης επίδρασης-αγνώστου πιθανότητας γεγονότα».
Αγαπητοί μου φίλοι, τα τελευταία χρόνια όταν με ρωτούν αν πιστεύω ή όχι στην κλιματική αλλαγή, μου δημιουργείται η εντύπωση ότι με ρωτούν αν πιστεύω ή όχι στην αθανασία της ψυχής ή την ανάσταση των νεκρών. Με άλλα λόγια, η υπόθεση της ανθρωπογενούς υπερθέρμανσης του πλανήτη πήρε τη μορφή δόγματος με πιστούς και άπιστους. Όμως, η επιστήμη δεν είναι δογματική. Παλεύει να βρει την αλήθεια με το δικό της πειραματικό τρόπο και πηγαίνει εκεί που την οδηγούν τα αποτελέσματα της έρευνας. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά της από τη θρησκεία η οποία βασίζεται στην εξ αποκαλύψεως αλήθεια.
8 Νοεμβρίου 2013