Τις πρώτες μέρες της ανάβασής του στις Άλπεις ο Αννίβας είχε
να αντιμετωπίσει τις εχθρικές ενέργειες γαλατικών φύλων που είτε επιτίθονταν
στις οπισθοφυλακές του καρχηδονιακού στρατού και στα υποζύγιά του είτε κυλούσαν
από ψηλά μεγάλες πέτρες που προκαλούσαν πανικό σε ανθρώπους και κτήνη. Παρά τα
αμυντικά μέτρα του Αννίβα, ο στρατός του υπέστη αρκετές απώλειες.
Εννέα ημέρες
από την έναρξη της ανάβασης στη μεγάλη οροσειρά ο Καρχηδόνιος ηγέτης με το
στρατό του έφθασαν στο υψηλότερο σημείο της επί των Άλπεων διαδρομής τους.
Ταλαιπωρημένος από τις επιθέσεις των εχθρικών φύλων των προηγούμενων ημερών και
γεμάτος αμφιβολίες για την πίστη των Γαλατών οδηγών του, ο Αννίβας,
στρατοπέδευσε στον ορεινό αυχένα επί δύο ημέρες.
Από την ημέρα που οι Καρχηδόνιοι άρχισαν την ανάβασή τους
στις Άλπεις ως την ημέρα της στρατοπέδευσής τους ο καιρός δεν τους είχε
δημιουργήσει ιδιαίτερα προβλήματα. Οι άνδρες όμως του Αννίβα, βλέποντας τα
χιόνια που είχαν ήδη πέσει στις υψηλότερες περιοχές των Άλπεων, ανησυχούσαν
πολύ και όχι άδικα. Πλησίαζαν τα μέσα Νοεμβρίου (δύση Πλειάδων) και σε μια
αλπική περιοχή με υψόμετρο γύρω στα 2.000 μέτρα η επέλαση του χειμώνα ήταν απλά
θέμα χρόνου. Γράφει χαρακτηριστικά ο
Πολύβιος: «Της
δε χιόνος ήδη περὶ τους άκρους αθροιζομένης διὰ το συνάπτειν την της Πλειάδος
δύσιν, θεωρών τα πλήθη δυσθύμως διακείμενα και διὰ την προγεγενημένην
ταλαιπωρίαν και διὰ την έτι προσδοκωμένην» ( Πολυβιος Γ 54,1).
Αυτό που φοβούνταν ο Αννίβας και οι άνδρες
του δεν άργησε να συμβεί. Τη δεύτερη μέρα της στρατοπέδευσής τους άρχισε να χιονίζει. Ο
Πολύβιος δεν αναφέρεται στην ποσότητα του χιονιού που έπεσε. Αντίθετα, ο Τίτος
Λίβιος αναφέρεται δύο φορές στο θέμα αυτό. Την πρώτη φορά κάνει λόγο για «βαριά χιονόπτωση» (Τίτος Λίβιος 21,35)
και τη δεύτερη φορά γράφει ότι το χιόνι που υπήρχε στα μονοπάτια από τα
προηγούμενα χρόνια καλύφθηκε από «φρέσκο
χιόνι μέτριου πάχους» (Τίτος Λίβιος 21,36). Ο Ρωμαίος
ιστορικός ελληνικής καταγωγής Αππιανός
ο Αλεξανδρεύς, που έγραψε την Ιστορία του το 2ο μ. Χ. αιώνα,
αναφέρει ότι ο Αννίβας και οι άνδρες του κακόπαθαν από το πολύ χιόνι και το
κρύο: «Κακοπαθῶν χιόνος τε πολλῆς
οὔσης καὶ κρύους» (Αννιβαϊκή Ι,4).
Ο Αννίβας, φοβούμενος τα χειρότερα, έδωσε αμέσως εντολή να
αρχίσει η κατάβαση νωρίς το πρωί της τρίτης ημέρας. Με δεδομένο ότι στην περιοχή των Άλπεων από την οποία πέρασε
ο Αννίβας η κλίση των ανατολικών πλαγιών είναι πολύ πιο απότομη από την κλίση
των δυτικών πλαγιών τους, η κατάβαση μέσω των χιονοσκέπαστων μονοπατιών ήταν
εξαιρετικά επικίνδυνη. Το πρόβλημα της ολισθηρότητας των δρόμων τόσο για τους
ανθρώπους όσο και για τα υποζύγια ήταν σοβαρότατο στα στενά μονοπάτια που το
φρέσκο μαλακό χιόνι είχε πέσει πάνω στο παγωμένο χιόνι των προηγούμενων ετών.
Πέρα από αυτό, πώς θα περνούσαν οι ελέφαντες μέσα από τέτοιους δρόμους; Όμως,
για τον Καρχηδόνιο ηγέτη δεν υπήρχε κανένα εμπόδιο. Όπως αναφέρει ο Κορνήλιος
Νέπος: «Πλάτυνε τους τόπους και ασφάλισε
τους δρόμους έτσι ώστε να περνά ένας αρματωμένος ελέφαντας εκεί που πριν μόνο
ένας άνθρωπος μετά βίας μπορούσε να συρθεί άοπλος» (Κορνήλιος Νέπος, Βίοι
των εξόχων ηγεμόνων, ΚΒ΄ Αννίβας σ. 190, 1801). Ο Αννίβας είχε κάνει πράξη αυτό
που είχε πει στους στρατηγούς του όταν τους ανακοίνωσε την απόφασή του να
διασχίσουν τις Άλπεις και εκείνοι προσπάθησαν να τον μεταπείσουν, λέγοντάς του,
ότι δεν υπάρχει δρόμος: «Aut viam
inveniam, aut faciam», δηλαδή: «Είτε
θα τον βρούμε το δρόμο είτε θα τον φτιάξουμε». Ωστόσο, το τίμημα που
πλήρωσε ο Αννίβας κατά την κατάβασή του ήταν μεγάλο: «Εξ αιτίας του εδάφους και του χιονιού», γράφει ο Πολύβιος, «οι απώλειες του ήταν τόσο βαριές, σχεδόν όσο
βαριές ήταν κατά την ανάβασή του» (Πολύβιος
Γ 54,4 ).
Οι ιστορικοί των νεότερων χρόνων καθώς και
οι σύγχρονοι συνάδελφοί τους δεν συμφωνούν για την ακριβή διαδρομή που
ακολούθησαν ο Αννίβας και οι άνδρες του
διασχίζοντας τις Άλπεις. Ως πιθανότερα περάσματα θεωρούνται τα περάσματα
του Col du Clapier στα 2.482 μέτρα, του Col du Montgenèvre στα 1.854 μέτρα και του Col de la Traversette στα 2.950 μέτρα που είναι το
νοτιότερο και το υψηλότερο από όλα τα άλλα. Μεταξύ των τριών επικρατέστερο
φέρεται να είναι το πέρασμα του Col du Montgenèvre (Κολ ντι Μοντ Ζενέβρ), διότι ταιριάζει περισσότερο με τις
συγκερασμένες περιγραφές του Πολύβιου και του Τίτου Λίβιου (Peter Connolly, Hannibal and the Enemies of Rome, Macdonald Educational, 1978).
Σημειώνεται ότι ο Πολύβιος (200
- 118 π.Χ.) και ο Τίτος Λίβιος (59 π. Χ. - 17 μ. Χ.) στις Ιστορίες τους
χρησιμοποίησαν την ίδια πηγή: τον αυτόπτη μάρτυρα της διάβασης των Άλπεων
Σώσιλο τον Λακεδαιμόνιο, έναν από τους συντρόφους του Αννίβα, ο οποίος (Σώσιλος)
είχε γράψει την ιστορία του Β’ Καρχηδονιακού Πολέμου σε επτά βιβλία. Ο Πολύβιος
χρησιμοποίησε το αρχικό κείμενο, ενώ ο Λίβιος το γνώριζε έμμεσα. Όλες οι πηγές
του Λίβιου δεν μπορούν να εξακριβωθούν, αλλά οι ειδικοί λένε ότι ο Ρωμαίος
ιστορικός ήταν προσεκτικός συγγραφέας, ο οποίος αντέγραψε σχολαστικά όλες τις
χρονολογικές ενδείξεις που βρήκε στις πηγές των πληροφοριών του.
Δεκαπέντε μέρες από την έναρξη της ανάβασης στις Άλπεις και
πέντε μήνες από την αναχώρησή τους από την Καρθαγένη οι Καρχηδόνιοι
αποδεκατισμένοι και καταταλαιπωρημένοι κατέβηκαν στην πεδιάδα του Πάδου. Οι
απώλειές τους στο παράτολμο εγχείρημα του αρχηγού τους να διασχίσουν τις Άλπεις
ήταν σημαντικές. Όπως συνοπτικά αναφέρει ο Πολύβιος, ο Αννίβας «είχε χάσει
πολλούς από τους άντρες του από τα χέρια των εχθρών και τη διάβαση των ποταμών
στην όλη πορεία του, ενώ οι γκρεμοί και οι δυσκολίες των Άλπεων του κόστισαν
όχι μόνο άνδρες αλλά πολύ περισσότερα άλογα και υποζύγια» (Πολύβιος Γ 56,2). Σύμφωνα με τους
ιστορικούς, στην κοιλάδα του Πάδου έφθασαν τελικά περίπου 20.000 πεζοί, 6.000
ιππείς και λιγοστοί από τους 37 ελέφαντές του.
(Συνεχίζεται)
Μιας και ο λόγος για τα χειμωνιάτικα τοπία που συνάντησε το εκστρατευτικό σώμα του Αννίβα, ο χειμώνας που πλησιάζει στη Νότια Αμερική, προκαλεί τον φόβο ότι θα επιταχύνει την εξάπλωση του κορωνοϊού εκεί, όπως μεταδίδει το Reuters. Λίγα είναι γνωστά για το πώς οι αλλαγές στον καιρό ανάλογα με τις εποχές επηρεάζουν τον κορωνοϊό. Αλλά έξι εμπειρογνώμονες στη Βραζιλία αναφέρουν ότι και παλιότερες επιδημίες στη χώρα, συμπεριλαμβανομένης και της γρίπης των χοίρων Η1Ν1 ήταν σε έξαρση με χαμηλές θερμοκρασίες οι οποίες επιτάχυναν τη μετάδοσή τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Βραζιλία των 210 εκ. κατοίκων είναι η χώρα που έχει πληγεί περισσότερο από κάθε άλλη στη Λατινική Αμερική με 900 κρούσματα και 11 θανάτους. Παρά το γεγονός ότι στη Βραζιλία το κλίμα είναι ως επί το πλείστον τροπικό, περιοχές στα νότια και νοτιοανατολικά της χώρας έχουν μέσες θερμοκρασίες 5 και 6 βαθμούς Κελσίου τον Ιούνιο και τον Ιούλιο (τον δικό τους χειμώνα, δηλαδή). Οι θερμοκρασίες στη Βραζιλία αρχίζουν να υποχωρούν τον Απρίλιο (το δικό τους φθινόπωρο, δηλαδή) και τότε η επιδημία της γρίπης αρχίζει να εξαπλώνεται. "Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμία καλή στιγμή για να έρθει ο κορωνοϊός, αλλά σίγουρα αυτή είναι μία κακή στιγμή" υποστηρίζει η επιδημιολόγος Maria da Gloria Teixeira από την Μπαχία.
Οι ανησυχίες υπάρχουν και σε άλλες χώρες του νότιου ημισφαιρίου, όπως στην Αυστραλία, που περιμένουν τα κρούσματα να αυξηθούν ραγδαία τώρα που πλησιάζει ο χειμώνας. Το ίδιο μπορεί να συμβεί στην Αργεντινή και στη Χιλή, που έχουν λιγότερο πληθυσμό από ό,τι η Βραζιλία, αλλά πιο ψυχρό κλίμα. "Στη Νότια Αμερική γενικότερα τα συστήματα υγείας θα έχουν πρόβλημα στην αντιμετώπιση της επιδημίας" λέει ο Christian Garcia από το Πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο στη Χιλή. Η Αργεντινή έχει ήδη 128 κρούσματα και τρεις θανάτους από τον κορωνοϊό και έχει ήδη μπει σε πλήρη καραντίνα. Η κυβέρνηση έκλεισε τα σύνορα για μη Αργεντινούς πολίτες, απαγόρευσε τα μεγάλα ταξίδια εντός της χώρας και ελαχιστοποίησε όλες τις μεγάλες εκδηλώσεις.
Εμπειρογνώμονες δεν είναι ακόμα σίγουροι αν ο κορωνοϊός θα αποδειχτεί μία εποχική ίωση, επειδή δεν διαθέτουν ακόμα επαρκή στοιχεία. Ωστόσο, με τις ιώσεις του αναπνευστικού, όπως η γρίπη και το κρυολόγημα, ο κρύος αέρας προκαλεί έναν τέτοιο ερεθισμό στους αεραγωγούς (ρινικό σύστημα) των ανθρώπων, που τους κάνει πιο ευάλωτους στον ιό. Στη Βραζιλία ανησυχούν περισσότερο για τα νότια τμήματα της χώρας, όπως το Rio Grande do Sul, όπου το 20% των κατοίκων είναι ηλικίας άνω των 60 ετών. Στην Ιταλία, που ξεπερνώντας και την Κίνα, είναι πλέον η χώρα με τα περισσότερα θύματα κορωνοϊού παγκοσμίως, το 23% του πληθυσμού είναι άνω των 65 ετών.
Μία μελέτη του Πανεπιστημίου στο Σάο Πάολο έδειξε ότι κατά την επιδημία γρίπης του 2009 τα περισσότερα κρούσματα καταγράφηκαν στις τρεις ψυχρότερες και νοτιότερες πολιτείες της Βραζιλίας. Μία άλλη μελέτη του 2006 έδειξε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους από πνευμονία και γρίπη στη Βραζιλία κατά τη διάρκεια του χειμώνα. "Μπορούμε να υποθέσουμε ότι και ο κορωνοϊός θα συμπεριφερθεί με τον ίδιο τρόπο" ανέφερε ο Expedito Luna, ερευνητής από το Ινστιτούτο Ιατρικής των Τροπικών.
Και καθώς η Βραζιλία μπήκε και επίσημα πλέον στο φθινόπωρο, ο πρόεδρος Jair Bolsonaro υποστήριξε ότι ο Ιούνιος (ο πρώτος μήνας του χειμώνα στη χώρα) θα είναι ο πιο καθοριστικός στη μάχη κατά του κορωνοϊού. Τα κρούσματα αναμένεται να φτάσουν στο πικ τους τον Ιούλιο και να αρχίσουν να υποχωρούν από τον Σεπτέμβριο. Η Τania Vergara, πρόεδρος της Κοινωνίας Επιδημιολογίας του Ρίο Ντε Τζανέιρο, υποστήριξε ότι "η ζέστη αποδυναμώνει την ικανότητα του ιού να επιβιώνει σε επιφάνειες, πόμολα πόρτας και στον αέρα, οπότε θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε το πλεονέκτημα που έχουμε όσο ο καιρός είναι ακόμα ζεστός, διότι δεν θα το έχουμε στη συνέχεια".
https://www.reuters.com/article/us-health-coronavirus-brazil-seasons/winter-is-coming-cooler-south-america-weather-could-fan-coronavirus-spread-idUSKBN217131?il=0
Βαγγέλης Σπανός
Εμένα πάντως Βαγγέλη αυτό ακριβώς με ανησυχεί: Αν και σίγουρα 128 κρούσματα του μεγέθους Κ του πληθυσμού της Αργεντινής δεν είναι ίσως πολλά, εντούτοις το γεγονός πως μέσα στο κατακαλόκαιρο τους, υπάρχουν κρούσματα και εκεί (έστω Κ λίγα αναλογικά) δεν το λες Κ ενθαρρυντικό
ΔιαγραφήΔεν έχει κατακαλόκαιρο Θάνο και ειδικά στα νοτιότερα τμήματα της Αργεντινής, στην Παταγωνία κ.λ.π. δεν έχει ποτέ καλοκαίρι, αφού δεν απέχει και τόσο πολύ από την Ανταρκτική. Ομοίως και η Χιλή. Είναι περίεργο το κλίμα εκεί, υπάρχουν περιοχές που έχουν μόνο χειμώνα και άλλες μόνο καλοκαίρι. Οι μισές χώρες της Λατινικής Αμερικής έχουν μεν ζεστό, αλλά και υγρό κλίμα και όσο πιο νότια κατεβαίνεις, τόσο πιο κρύο έχει. Είχαμε συγγενείς - συγκεκριμένα την αδερφή του παππού μου στην Αργεντινή και ξέρω πέντε πράγματα.
ΔιαγραφήΑπό την άλλη το θέμα δεν είναι μερικές εκατοντάδες, ούτε καν χιλιάδες κρούσματα, αλλά ο ρυθμός εξάπλωσης του ιού. Εκεί, αλλά και στην Αφρική, ο ρυθμός εξάπλωσης είναι πολύ αργός. Ο κορωνοϊός θα τελειώσει με τη ζέστη στο βόρειο ημισφαίριο, αλλά όπως λένε οι περισσότεροι επιστήμονες θα γίνει εποχικός σαν τη γρίπη. Θα μας επισκέπτεται, δηλαδή, κάθε χειμώνα - πολύ λιγότερο μεταδοτικός, βέβαια, τα επόμενα χρόνια, όταν ο γενικός πληθυσμός θα έχει αναπτύξει ανοσία και θα υπάρχουν φάρμακα και εμβόλιο.
Β. ΣΠ.
Να στε καλά κ ζιακοπουλε! Όλα θα περάσουν, υπομονή κ πίστη στο Θεό! Καλό απόγευμα από την ηλιόλουστη Μυτιλήνη.Μενουμε σπίτι, υγεία σε όλους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάρα πολύ ωραίες και ωφέλιμες οι ιστορικές σας παρεμβάσεις κ. Ζιακόπουλε, συνεχίστε έτσι! Χαιρόμαστε με τον καιρό αλλά να μαθαίνουμε κιόλας, το τερπνόν μετά του ωφελίμου!
ΑπάντησηΔιαγραφή