Ο Μιαούλης και η μπουνάτσα του Αγίου Όρους

Ο Ανδρέας Μιαούλης δεν τα πήγαινε καλά με τις μπουνάτσες. Λίγα χρόνια πριν από το 1821, εξαιτίας της άπνοιας, συνελήφθη από τον Άγγλο ναύαρχο Οράτιο Νέλσωνα και παρά λίγο να χάσει τη ζωή του. Τη δεύτερη φορά ήταν στις αρχές του φθινοπώρου του 1823 όταν κοντά στο Άγιο Όρος έπεσε σε μπουνάτσα και κινδύνευσε να αφανιστεί από τον Χοσρέφ Πασά, τον ευφυή κουτσό Πασά που από δούλος κατάφερε να ελευθερωθεί και στη συνέχεια με τα προσόντα του να καταλάβει ανώτατα αξιώματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, στις 29 Αυγούστου 1824, στη ναυμαχία του Γέροντα, η μπουνάτσα ήταν αυτή που λίγο έλλειψε να στοιχίσει πολύ ακριβά στον Μιαούλη και τον ελληνικό στόλο. Στο παρόν άρθρο, που είναι αφιερωμένο στην εθνική μας γιορτή, θα ασχοληθούμε με τη δεύτερη περίπτωση.


Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου του 1823 θέατρο των προστριβών μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού στόλου είχε γίνει το Βόρειο Αιγαίο. Στην αναμέτρησή τους με τους Τούρκους οι Έλληνες δεν είχαν να αντιμετωπίσουν μόνο την πονηριά του Χοσρέφ Καπουδάν Πασά, αλλά και την αναβάθμιση του τουρκικού στόλου. Τα πλοία που είχε υπό τη διοίκησή του ο ικανός Τούρκος ναύαρχος δεν αποτελούνταν πλέον από τα ευάλωτα στις επιθέσεις των πυρπολικών τεράστια δίκροτα, αλλά από μικρότερες φρεγάτες και κορβέτες. Στους  παραπάνω αρνητικούς για τους Έλληνες παράγοντες ήλθε να προστεθεί και η κακοκαιρία, η οποία παρά λίγο να αποβεί μοιραία για τους επαναστάτες ναυτικούς.

Οι ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι στις 12 Σεπτεμβρίου του 1823 οι Έλληνες αναζητώντας τον εχθρικό στόλο έφθασαν ακόμα και μέχρι την είσοδο του Ελλησπόντου, αλλά εις μάτην. Ο Χοσρέφ κρυβόταν, περιμένοντας  την καταλληλότερη γι αυτόν ευκαιρία για να αναμετρηθεί με τον ελληνικό στόλο. Ο Μιαούλης και οι λοιποί Έλληνες ναύαρχοι, έχοντας τη λανθασμένη πληροφορία ότι ο οθωμανικός στόλος είχε κινηθεί προς τον Θερμαϊκό, πήραν την απόφαση να γυρίσουν πίσω, μη γνωρίζοντας ότι αργά το απόγευμα της 14ης Σεπτεμβρίου ο τουρκικός στόλος είχε θεαθεί να πλέει μεταξύ Λήμνου και Σαμοθράκης με κατεύθυνση βόρεια.1 Τη νύχτα της 14ης Σεπτεμβρίου ενέσκηψε στην περιοχή του Β. Αιγαίου ξαφνική κακοκαιρία που προκάλεσε προβλήματα στους Έλληνες. Όπως γράφει ο Αναστάσιος Ορλάνδος, «σφοδρός μεσημβρινός άνεμος διασκόρπισε τα πλοία, ωθήσας αυτά προς το όρος Άθωνος».2 Η επόμενη μέρα, 15η του μήνα, βρήκε τον ελληνικό στόλο χωρισμένο στα δύο: το πλοίο του Μιαούλη, άλλα τρία πολεμικά πλοία και ένα πυρπολικό βρέθηκαν οκτώ μίλια κάτω από τον Άθω σε συνθήκες πλήρους άπνοιας, ο δε υπόλοιπος στόλος αρκετά μακριά από τη συγκεκριμένη περιοχή. Ο Χοσρέφ, ο κατά τον Σπύρο Μελά κουτσός διαβολόπασας, εκμεταλλεύμενος το γεγονός, χώρισε το στόλο του σε δύο μέρη και έστειλε το ένα μέρος εναντίον των πλοίων της ομάδας του Μιαούλη και το άλλο μέρος εναντίον των υπόλοιπων ελληνικών πλοίων.

Η κατάσταση για τα αποκομμένα πλοία του Μιαούλη ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Ο αρχηγός του ελληνικού στόλου είχε τον Γεώργιο Σαχτούρη πολύ κοντά στην πρύμνη του, αλλά τα άλλα τέσσερα πλοία απείχαν ως και τρία μίλια από αυτούς, μην μπορώντας να τους πλησιάσουν λόγω της μπουνάτσας. Οι Τούρκοι, ευρισκόμενοι στα ανοιχτά που επικρατούσε ελαφρό Β-ΒΑ ρεύμα, είχαν μεγαλύτερη ευελιξία και κατάφεραν σχεδόν να περικυκλώσουν τους Έλληνες. Τα ελληνικά πλοία, σφυροκοπούμενα επί ώρες από τα αριθμητικά υπέρτερα πλοία του Χοσρέφ και ανήμπορα λόγω της άπνοιας να εκτελέσουν γοργές μανούβρες, υπέστησαν μεγάλες ζημιές. Παρά τις δυσκολίες, οι Έλληνες αντιστέκονταν με πείσμα και ηρωισμό και όταν άρχισε να πνέει ένα ελαφρό αεράκι μπόρεσαν, με πολλές βέβαια απώλειες, να σπάσουν τον κλοιό του εχθρού και να διαφύγουν στο πέλαγος.

Από μετεωρολογικής πλευράς, όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι η επικράτηση ισχυρών ΒΑ ανέμων τη νύχτα της 14ης Σεπτεμβρίου συνδέεται με τη διέλευση από την περιοχή ενός ψυχρού μετώπου. Οι άνεμοι αυτοί βρήκαν τον ελληνικό στόλο σε μια περιοχή μεταξύ της Λήμνου και του Αγίου Όρους και παρέσυραν τα πέντε ελληνικά πλοία προς στις υπήνεμες περιοχές δυτικά - νοτιοδυτικά του Άθωνος. Το γεγονός ότι το πρωί της 15ης Σεπτεμβρίου ανοιχτά του Αγίου Όρους οι πνέοντες ΒΑ άνεμοι ήταν ασθενείς έως μέτριοι δείχνει ότι η διαταραχή που προκάλεσε την κακοκαιρία της προηγούμενης μέρας είχε κινηθεί πολύ γρήγορα ανατολικά με αποτέλεσμα τη γρήγορη εξασθένηση του μελτεμιού. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι το περιστατικό συνέβη στα μέσα Σεπτεμβρίου (με το νέο ημερολόγιο στα τέλη Σεπτεμβρίου), εποχή που τα μελτέμια δεν έχουν την ένταση και τη διάρκεια των καλοκαιρινών μελτεμιών.  

Από την περιπέτεια του Ανδρέα Μιαούλη στην θαλάσσια περιοχή του Αγίου Όρους, ο Σπύρος Μελάς μάς διηγείται την παρακάτω μικρή ιστορία που πέρα από όλα τα άλλα δείχνει τι σόι άνθρωπος ήταν ο αρχηγός του ελληνικού στόλου. Όταν, λέει ο Μελάς, τα ελληνικά πλοία απομακρύνθηκαν αρκετά από την τουρκική αρμάδα, ο Σαχτούρης ανέβηκε στο καράβι του Μιαούλη να τον ρωτήσει για τις ζημιές που έπαθε. Ο Μιαούλης σώπαινε με το φέσι κατεβασμένο ως τα φρύδια. Ξαφνικά, σηκώνοντας το χέρι του κατά την αρμάδα, είπε θυμωμένα: «Τους κερατάδες! Μού χύσαν τα φασόλια μου». Μια κανονιά των Τούρκων είχε αναποδογυρίσει το τσουκάλι του πλοίου του στο οποίο έβραζε η φασολάδα του. Ο ατρόμητος Υδραίος βρήκε να μιλήσει μόνο γι αυτή του την «απώλεια»!3

Χρόνια Πολλά, φίλοι μου

Πηγές
1 Αντωνίου Μιαούλη, Συνοπτική ιστορία των υπέρ της ελευθερίας της Ελλάδος ναυμαχιών, Βιβλίον Πρώτον, 1833. Ναύπλιο, σ. 41.
2  Αναστάσιου Ορλάνδου, Ναυτικά, ήτοι Ιστορία των κατά τον υπέρ Ανεξαρτησίας της Ελλάδος Αγώνα Πεπραγμένων υπό  των Τριών Ναυτικών Νήσων, ιδίως δε των Σπετσών, 1869. Αθήνα, τυπογραφείο Χ. Ν. Φιλαδέλφεως. Τόμος Α΄, σ. 405.  
3 Σπύρου Μελά, Ο Ναύαρχος Μιαούλης, Σύμβολο της θαλασσινής αρετής των Ελλήνων, 1972. Τρίτη έκδοση, Αδελφοί Μπίρη, Αθήνα, σ. 239.

1 σχόλιο: