Όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος είναι μεγαλύτερη από τη
θερμοκρασία του ανθρώπινου σώματος, η ποσότητα της παραγόμενης
μεταβολικής θερμότητας που μπορεί να αποβληθεί από τον οργανισμό μας δια ακτινοβολίας,
αγωγής και μεταφοράς μειώνεται αισθητά με αποτέλεσμα η παραγόμενη θερμότητα να συσσωρεύεται
στο σώμα μας αυξάνοντας τη θερμοκρασία του. Για να διατηρήσει τη θερμοκρασία
του σώματος σταθερή, ο ανθρώπινος οργανισμός:
(α) Αυξάνει τη μεταφορά αίματος
προς την περιφέρεια και ειδικότερα προς το δέρμα, δια μέσου της διαστολής των
αιμοφόρων αγγείων και της αύξησης της καρδιακής συχνότητας, σε μια προσπάθεια
ενίσχυσης των παθητικών μηχανισμών αποβολής θερμότητας και
(β) Αυξάνει
την εφίδρωση δια μέσου της έντονης λειτουργίας των αδένων που εκκρίνουν ιδρώτα.
Η
εξάτμιση του ιδρώτα με την επακόλουθη ψύξη είναι ο μόνος ενεργός μηχανισμός
αποβολής της παραγόμενης θερμότητας από τον οργανισμό μας. Όταν η σχετική υγρασία του περιβάλλοντος είναι χαμηλή, ο ιδρώτας
εξατμίζεται γρήγορα παράγοντας ικανοποιητική ψύξη. Αντίθετα, όταν η σχετική
υγρασία είναι υψηλή, ο αέρας που μας περιβάλλει είναι πολύ κοντά στον κορεσμό
του και ο ιδρώτας ουσιαστικά δεν εξατμίζεται, αλλά συγκεντρώνεται πάνω στο
δέρμα με τη μορφή σταγόνων.
Ο μηχανισμός εφίδρωσης ενεργοποιείται από τον υποθάλαμο, έναν
αδένα - θερμοστάτη που βρίσκεται στον εγκέφαλο. Πάνω από 10 εκατομμύρια
ιδρωτοποιοί αδένες βρέχουν το σώμα με περίπου δύο λίτρα υγρών την ώρα. Αν η
εξάτμιση του ιδρώτα συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, παρατηρείται μεγάλη
απώλεια υγρών και αλάτων από τον οργανισμό, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε
χημική ανισορροπία και στη συνέχεια σε επώδυνες θερμικές κράμπες. Υπερβολική
απώλεια υγρών, συνδυασμένη με αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος, οδηγεί σε
αδιαθεσία, πονοκεφάλους, ναυτία και συχνά σε εξάντληση και λιποθυμία. Αν η
θερμοκρασία του σώματος υπερβεί τους 41οC, μπορεί να συμβεί καρδιακή
προσβολή και με περαιτέρω άνοδο της θερμοκρασίας επέρχεται ακόμα και ο θάνατος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου